Αιθέρια έλαια

Τι είναι τα Αιθέρια Έλαια; Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών.

Τι είναι τα Αιθέρια Έλαια

Τι είναι τα Αιθέρια Έλαια

Εάν έχετε ξεφλουδίσει ποτέ ένα πορτοκάλι ή έχετε απολαύσει το άρωμα ενός υπέροχου λουλουδιού, τότε, έχετε βιώσει τις αρωματικές ιδιότητες των αιθέριων ελαίων — την αρωματική ουσία του φυτού από το οποίο προήλθε.

Τα αιθέρια έλαια είναι τα φυσικά, πτητικά αρωματικά υγρά, μιας τεράστιας ποικιλίας αρωματικών φυτών και βοτάνων, που λαμβάνονται από φυτικό υλικό αυτών, μέσω (κυρίως) της μεθόδου των απόσταξης με ατμό και ονοματίζονται με το όνομα και τα μέρη του φυτού από το οποίο προέρχονται.

Τα αιθέρια έλαια παραλαμβάνονται από διαφορετικά μέρη του φυτού, όπως φύλλα, άνθη (πέταλα), βελόνες, κλαδιά, φλούδες φρούτων, καρποί, σπόροι, φλοιός, κλαδιά, ξυλώδης ιστός, ριζώματα και ρίζες.

Για παράδειγμα, το αιθέριο έλαιο του τριαντάφυλλου παραλαμβάνεται από τα άνθη του, του βασιλικού από τα φύλλα του, τα αιθέρια έλαια των εσπεριδοειδών από τη φλούδα των φρούτων τους, της κανέλας Κεϋλάνης (Cinnamon Zeylanicum) από τον ξηρό φλοιό του φυτού, του σανταλόξυλου από το ξύλο του κ.λπ.

Έχει ενδιαφέρον, στο σημείο αυτό, να σημειώσουμε ότι, οι πορτοκαλιές παράγουν στην πραγματικότητα τρεις, πολύ διαφορετικούς τύπους αιθέριων ελαίων: αιθέριο έλαιο πορτοκαλιού, από τη φλούδα τους, το αιθέριο έλαιο νερολί, από τα άνθη και το αιθέριο έλαιο petitgrain από τα φύλλα.

Φυσικοχημικές Ιδιότητες των Αιθέριων Ελαίων

Σε αντίθεση με τον χαρακτηρισμό τους σαν «έλαια», τα αιθέρια έλαια δεν είναι έλαια, δηλαδή δεν παρουσιάζουν τα γενικά φυσικοχημικά χαρακτηριστικά των φυτικών ελαίων.

Τα αιθέρια έλαια είναι λιπόφιλα και διαλύονται ελάχιστα στο νερό, διαλύονται πλήρως σε καθαρή αλκοόλη, όχι όμως και στα μίγματα αυτής με νερό. 

Σε αντίθεση με τα φυτικά (ή και ζωϊκά) έλαια δεν αποτελούνται από τριγλυκερίδια (εστέρες λιπαρών οξέων), κύριο συστατικό των φυτικών ελαίων και βουτύρων, αλλά, κυρίως, από πολύπλοκα μίγματα τερπενικών ενώσεων, χαμηλού μοριακού βάρους.

Το χαρακτηριστικό τους άρωμα είναι αποτέλεσμα όλων των συστατικών τους, παρότι, πολλές φορές, η παρουσία και ενός μόνο συστατικού, σε αναλογία μικρότερη του 1%, έχει σαν αποτέλεσμα την αλλαγή του!

Τα αιθέρια έλαια ονομάζονται συχνά και σαν «πτητικές αρωματικές ενώσεις». Πτητική ουσία είναι αυτή, που εξατμίζεται εύκολα και σε κανονικές θερμοκρασίες. Έτσι, όταν ανοίγετε για πρώτη φορά ένα μπουκάλι αιθέριου ελαίου, παρατηρείτε αμέσως ότι, το άρωμά του δεν είναι μόνο έντονο, αλλά διαχέεται γρήγορα σε όλο τον περιβάλλοντα χώρο.

Τα περισσότερα αιθέρια έλαια, σε θερμοκρασία δωματίου, είναι υγρά, άχρωμα (διαφανή) ή ελαφρώς κίτρινα. Μία από τις χαρακτηριστικές εξαιρέσεις αποτελεί το αιθέριο έλαιο του γερμανικού χαμομηλιού [German Chamomile – Chamomilla Recutita (Matricaria) Flower Oil], με χαρακτηριστικό μπλε χρώμα, που οφείλεται στην παρουσία του χαμαζουλενίου (Chamazulene), στη χημική του σύσταση.

Όλα τα αιθέρια έλαια διαθέτουν χαρακτηριστική οσμή και οξεία γεύση.

Η πυκνότητά τους κυμαίνεται από 0,75-1,18 g/ml, με τα περισσότερα να είναι ελαφρότερα του νερού και ελάχιστα να είναι βαρύτερα αυτού, όπως για παράδειγμα το αιθέριο έλαιο της κανέλλας Κεϋλάνης και του γαρύφαλλου.
Η μικρότερη πυκνότητα των περισσότερων αιθέριων ελαίων από εκείνης του νερού, είναι αυτή που επιτρέπει τον φυσικό διαχωρισμό τους, κατά την υδροαπόσταξη (μέθοδος παραλαβής αυτών από το βοτανικό υλικό), με εξαίρεση τα αιθέρια έλαια της κανέλας, του γαρύφαλλου κ.α.

Χιλιάδες ποικιλίες αυτών των μιγμάτων πτητικών αρωματικών ενώσεων έχουν εντοπιστεί και διαφοροποιούνται από φυτό σε φυτό, ακόμη, και από είδος σε είδος ενός φυτού ή βοτάνου.

Χημική ποικιλότητα των αιθέριων ελαίων

Τα αιθέρια έλαια χαρακτηρίζονται από ευρύτατη χημική ποικιλότητα.

Τα συστατικά των αιθέριων ελαίων

 Όπως έχει αναφερθεί, τα αιθέρια έλαια είναι πολύπλοκα μίγματα λιπόφιλων, κυρίως πτητικών, χημικών ενώσεων, ιδιαίτερα σημαντική υποκατηγορία των Δευτερογενών Μεταβολιτών (Secondary Metabolites).

Τα συστατικά των φυτικών αιθέριων ελαίων εμπίπτουν κυρίως σε δύο διακριτές χημικές κατηγορίες:

  1. Τερπένια, μικρά οργανικά μόρια, που εμφανίζουν τεράστια ποικιλομορφία ως προς τη δομή τους και
  2. Φαινυλοπροπανοειδή.

Επιπλέον, οι ενώσεις τερπενίου μπορούν να χωριστούν σε δύο κύριες κατηγορίες:

  1. Υδρογονάνθρακες, κυρίως μονο-, σεσκι- και διτερπένια και
  2. Οξυγονωμένες ενώσεις τους, για παράδειγμα, αλκοόλες, οξείδια, αλδεΰδες, κετόνες, φαινόλες, οξέα, εστέρες και λακτόνες.

Παράγοντες που επηρεάζουν την χημική ποικιλότητα των αιθέριων ελαίων

Διάφοροι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν τη σύσταση των μιγμάτων χημικών ενώσεων του αιθέριου ελαίου ενός φυτού ή βοτάνου.

Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται:

  • οι συνθήκες ανάπτυξης,
  • το κλίμα,
  • το υψόμετρο,
  • ο τύπος εδάφους,
  • οι γεωργικές μέθοδοι και πρακτικές,
  • το αναπτυξιακό στάδιο,
  • το εξαγόμενο μέρος του φυτού και
  • ο χρόνος συγκομιδής.

Οι παραπάνω παράμετροι αφορούν τόσο στα αυτοφυή, όσο και στα καλλιεργούμενα αρωματικά φυτά:
Είναι δυνατό η ποιοτική και ποσοτική σύσταση του αιθέριου ελαίου ενός φυτικού είδους να είναι τόσο χαρακτηριστική που να χρησιμοποιηθεί για ταξινόμηση τόσο ως προς το είδος όσο και προς το υποείδος.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα διάκρισης υποείδους μέσω του αιθερίου ελαίου είναι η περίπτωση της ρίγανης (Origanum vulgare), που χωρίζεται σε τρία υποείδη:

  • ssp. hirtum,
  • ssp.vulgare,
  • ssp.viridulum.

Εξ αυτών, το πρώτο (Origanum vulgare ssp. hirtum) είναι γνωστό ως ελληνική ρίγανη και έχει μεγάλη εμπορική αξία λόγω της περιεκτικότητας σε καρβακρόλη (σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνει μέχρι το 8%, μεγαλύτερη τιμή που έχει αναφερθεί σε αιθέρια έλαια) που δίνει το χαρακτηριστικό άρωμα.

Σχετικά άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *