Τα τελευταία χρόνια, καθώς η επιστημονική κοινότητα επαναπροσδιορίζει τον κρίσιμο ρόλο του μικροβιώματος του δέρματος (το σύνολο των μικροοργανισμών που ζουν στην επιφάνειά του), αναδιαμορφώνεται και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την καθαριότητα και την υγιεινή.
Για δεκαετίες, η εμμονή με την άποψη ότι «υγιές δέρμα είναι το αποστειρωμένο δέρμα», αποτέλεσε το εύφορο έδαφος πάνω στο οποίο αναπτύχθηκε, μέσω ισχυρής εμπορικής προώθησης, η καθημερινή χρήση ισχυρών αντιμικροβιακών συνθετικών σαπουνιών, ως η πιο ασφαλής και αποτελεσματική ασπίδα απέναντι σε παθογόνους μικροοργανισμούς.
Ωστόσο, σήμερα, η κατανόηση και ανάδειξη του ρόλου του δερματικού μικροβιώματος και η συσχέτιση της διατάραξης της ισορροπίας του με διάφορες δερματικές ασθένειες, θέτει πλέον σε ριζική αμφισβήτηση αυτήν την κυρίαρχη προσέγγιση, φέρνοντας πάλι στο προσκήνιο τα φυσικά σαπούνια.
Το μικροβίωμα του δέρματος: Ορισμός, δομή και σημασία για την υγεία
Το ανθρώπινο δέρμα φιλοξενεί στην επιφάνειά του ένα πολύπλοκο και δυναμικό οικοσύστημα μικροοργανισμών — γνωστό ως δερματικό μικροβίωμα.
Οι μικροοργανισμοί του μικροβιώματος ταξινομούνται κυρίως σε:
- Βακτήρια (π.χ. Staphylococcus epidermidis, Cutibacterium acnes)
- Μύκητες (π.χ. Malassezia spp.)
- Ιούς (ρυθμίζουν τους πληθυσμούς των βακτηρίων)
- Άκαρια (όπως το Demodex, συμμετέχουν στην αποδόμηση σμήγματος και κερατινοκυττάρων)
Οι μικροοργανισμοί στην επιφάνεια του δέρματός μας δεν είναι απλά "παθητικοί επιβάτες" του. Είναι ενεργοί και ωφέλιμοι σύμμαχοι και μέσα από την ποικιλομορφία και την οικολογική τους ισορροπία παίζουν καθοριστικό ρόλο στην υγεία και λειτουργικότητα του δέρματος.
- Διατηρούν τη χημική και φυσιολογική ισορροπία του δέρματος.
- Προστατεύουν από παθογόνους εισβολείς.
- Ρυθμίζουν το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να μην "επιτίθεται" στο ίδιο το σώμα ή σε αθώα ερεθίσματα.
Διαταραχές ισορροπίας του μικροβιώματος – Δυσβίωση και δερματικές παθήσεις
Η δυσβίωση, δηλαδή η διαταραχή της μικροβιακής ισορροπίας του δέρματος, μπορεί να προκληθεί από:
Η ανισορροπία στο μικροβίωμα μπορεί να επιτρέψει την υπερανάπτυξη παθογόνων μικροοργανισμών και σχετίζεται σήμερα με πληθώρα δερματικών προβλημάτων, όπως:
- ακμή, σμηγματορροϊκή δερματίτιδα, πιτυρίδα, ατοπική δερματίτιδα, ψωρίαση,
- ευαισθησία, φλεγμονή, δερματικές λοιμώξεις.
- ροδόχρους νόσος
Η προστασία του μικροβιώματος, ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της δερματικής υγείας και της άμυνας του οργανισμού, είναι λοιπόν βασικός στόχος της σύγχρονης δερματολογικής φροντίδας. Το ζητούμενο στην καθημερινότητά μας δεν είναι πλέον η αποστείρωση, αλλά η καθαριότητα που σέβεται παράλληλα και τη φυσική οικολογία του δέρματος.
Σύγχρονα αντιμικροβιακά σαπούνια: Μηχανισμός δράσης και επιπτώσεις
Τα σύγχρονα αντιμικροβιακά σαπούνια, που δεκαετίες τώρα υπηρετούν τη λογική της αποστείρωσης του δέρματος, περιέχουν δραστικές χημικές ουσίες όπως:
- Τρικλοζάνη (Triclosan), Τρικλοκαρβάνη (triclocarban)
ή πιο πρόσφατα, αντιμικροβιακούς χημικούς παράγοντες, όπως
- Χλωρεξιδίνη (chlorhexidine)
- Άλατα του τεταρτοταγούς αμμωνίου (quats)
Ο μηχανισμός της αντιμικροβιακής τους δράσης στηρίζεται στη χημική διάσπαση των κυτταρικών τοιχωμάτων των μικροοργανισμών και της αναστολής των βασικών τους λειτουργιών. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους αποτελεί και η διατήρηση της δράσης τους και μετά το ξέπλυμα.
Η συστηματική τους χρήση έχει πλέον αποδειχθεί ότι παρουσιάζει τα παρακάτω σημαντικά μειονεκτήματα:
- Καταστρέφουν τόσο τα παθογόνα, όσο και τα ωφέλιμα βακτήρια, μειώνοντας τη μικροβιακή ποικιλότητα.
- Μπορεί να οδηγήσουν σε δυσβίωση και ευαισθητοποίηση του δέρματος.
- Αλλοιώνουν τον δερματικό φραγμό, επηρεάζοντας αρνητικά την φυσική άμυνα του δέρματος.
- Η παρατεταμένη χρήση τους οδηγεί σε μικροβιακή ανθεκτικότητα έναντι των αντιβιοτικών.
- Ορισμένα χημικά αντιμικροβιακά πρόσθετα έχουν ήδη ενοχοποιηθεί για ορμονικές διαταραχές και περιβαλλοντική τοξικότητα (μερική ή ολική απαγόρευση της τρικλοζάνης το 2016, ένα από τα πιο διαδεδομένα αντιμικροβιακά συστατικά, μετά από δεκαετίες χρήσης)
Φυσικά σαπούνια: Μηχανισμός δράσης και επίδραση στο μικροβίωμα
Το φυσικό σαπούνι, στην πιο αυθεντική και παραδοσιακή του μορφή, μίγμα αλάτων λιπαρών οξέων και γλυκερίνης χωρίς συνθετικά πρόσθετα, διαθέτει όχι μόνο καθαριστικές αλλά και αντιμικροβιακές ιδιότητες.
Ο μηχανισμός της αντιμικροβιακής δράσης του φυσικού σαπουνιού βασίζεται κατεξοχήν στις φυσικοχημικές του ιδιότητες και όχι στην παρουσία δραστικών χημικών-βιοκτόνων συστατικών.
Το φυσικό σαπούνι δεν επιτίθεται βιοχημικά στα μικρόβια, όπως τα σύγχρονα αντισηπτικά, δεν σκοτώνει μαζικά τους μικροοργανισμούς, αλλά διασπά το λιπιδικό τους περιβάλλον, αποδυναμώνει τη δομή των βιομεμβρανών τους και διευκολύνει την απομάκρυνσή τους με το νερό. Διατηρεί ένα περιβάλλον όπου τα φυσιολογικά, συμβιωτικά μικρόβια μπορούν να επαναποικίσουν και να ανακάμψουν. Πρόκειται δηλαδή για έναν ήπιο αλλά εξαιρετικά αποτελεσματικό μηχανισμό μηχανικού καθαρισμού, που δεν διαταράσσει ακραία τη βιολογική ισορροπία του δέρματος, επιτρέποντας στο μικροβίωμα να ανακάμπτει με φυσικούς ρυθμούς.
Η αντιμικροβιακή τους δράση, δευτερευόντως, ενισχύεται και από την παρουσία φυσικών αντιμικροβιακών συστατικών (π.χ. αιθέριων ελαίων και βοτανικών εκχυλισμάτων).
Όταν χρησιμοποιούνται σωστά και δεν παρουσιάζεται υπερβολή στη συχνότητα ή τη διάρκεια πλυσίματος, τα φυσικά σαπούνια απομακρύνουν παθογόνους μικροοργανισμούς χωρίς να καταστρέφουν το μικροβίωμα.